τελατίνι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | τελατίνι | τα | τελατίνια |
γενική | του | τελατινιού | των | τελατινιών |
αιτιατική | το | τελατίνι | τα | τελατίνια |
κλητική | τελατίνι | τελατίνια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- τελατίνι < (άμεσο δάνειο) τουρκική telatin < ρωσική телятина
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]τελατίνι ουδέτερο
- κατεργασμένο δέρμα μοσχαριού
Σημειώσεις
[επεξεργασία]Η λέξη χρησιμοποιείται σπάνια με την αρχική της σημασία. Κυρίως λέγεται στις παρακάτω εκφράσεις.
Εκφράσεις
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] τελατίνι
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ρωσικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)