τετρανιτρομεθυλανιλίνη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τετρανιτρομεθυλανιλίνη οι τετρανιτρομεθυλανιλίνες
      γενική της τετρανιτρομεθυλανιλίνης των τετρανιτρομεθυλανιλινών
    αιτιατική την τετρανιτρομεθυλανιλίνη τις τετρανιτρομεθυλανιλίνες
     κλητική τετρανιτρομεθυλανιλίνη τετρανιτρομεθυλανιλίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τετρανιτρομεθυλανιλίνη < τετρα- + νιτρομεθυλανιλίνη ή αζωτομεθυλανιλίνη

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

τετρανιτρομεθυλανιλίνη θηλυκό,

  1. (χημεία): χημική ένωση τετρανιτρωμένης αζωτομεθυλανιλίνης, πρόκειται για εκρηκτική ουσία περισσότερο γνωστή με το όνομα τετρύλη
  2. νιτρωμένη διμεθυλανιλίνη

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]