τετρα-
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- τετρα- < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική τετρ(α)- < αρχαία ελληνική τέτταρα (τέσσερα)
Προφορά
[επεξεργασία]Πρόθημα
[επεξεργασία]τετρα-, τετρά- & τετρ- (συνήθως πριν από α)
- δίνει την έννοια του τέσσερα στο δεύτερο συνθετικό
- ↪ Η λέξη «παράθυρο» είναι τετρασύλλαβη.
- ↪ Η καμπίνα μας είναι τετράκλινη.
- ↪ Η εταιρεία αγόρασε ένα καινούριο τετραξονικό φορτηγό.
- (σε επιτατική χρήση) δίνει έμφαση στο δεύτερο συνθετικό
- τετραπέρατος
- ↪ Αυτός είναι τετράπαχος, έχει πάρα πολλά περιττά κιλά.
Σύνθετα
[επεξεργασία]- Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα τετρα- στο Βικιλεξικό
- Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα τετρά- στο Βικιλεξικό
- Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα τετρ- στο Βικιλεξικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] τετρα-
Πηγές
[επεξεργασία]- τετρα- - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- τετρα- - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)