τεφροδοχείο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]τεφροδοχείο ουδέτερο
- άλλη μορφή του τεφροδόχος
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] τεφροδοχείο
|
τεφροδοχείο ουδέτερο
|