τζαμιλίκι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | τζαμιλίκι | τα | τζαμιλίκια |
γενική | του | τζαμιλικιού | των | τζαμιλικιών |
αιτιατική | το | τζαμιλίκι | τα | τζαμιλίκια |
κλητική | τζαμιλίκι | τζαμιλίκια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- τζαμιλίκι < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
τζαμιλίκι ουδέτερο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τζαμιλίκι
|