τηγανοκέφαλος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
τηγανοκέφαλος, -η, -ο
- (νεολογισμός, αργκό, μειωτικό) ρατσιστικός χαρακτηρισμός για τους Αλβανούς
- ※ Συνελήφθη τηγανοκέφαλη Αλβανίδα στην Κακαβιά που αποπειράθηκε να λαδώσει αστυνομικό
- Τμήμα τίτλου είδησης (στο πρωτότυπο με κεφαλαία), Στόχος.gr (25 Ιουνίου 2014) [αναδημοσίευση από aftonomi.gr]· πρόσβαση: 2022-07-21.
- ※ Αυτός είναι ο τηγανοκέφαλος Αλβανός που αποπλάνησε 27 κοριτσάκια !!!
- Τίτλος είδησης (στο πρωτότυπο με κεφαλαία), makeleio.gr (8 Ιουνίου 2016)· πρόσβαση: 2022-07-21.
- ※ Οι περισσότεροι τηγανοκέφαλοι έχουν άι-κιου μπανάνας
- Σχόλιο αναγνώστη στο: «Απίστευτο βίντεο από το μέτωπο των πυρκαγιών: “Είστε εθελοντής πυροσβέστης; Όχι Αλβανός είμαι!”, Πενταπόσταγμα.gr (7 Αυγούστου 2021)· πρόσβαση: 2022-07-21.
- ※ Συνελήφθη τηγανοκέφαλη Αλβανίδα στην Κακαβιά που αποπειράθηκε να λαδώσει αστυνομικό
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- χρησιμοποιείται κυρίως το αρσενικό γένος και συχνά ουσιαστικοποιημένο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τηγανοκέφαλος
|
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ος (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Νεολογισμοί (νέα ελληνικά)
- Αργκό (νέα ελληνικά)
- Μειωτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)