τηλεσκοπία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τηλεσκοπία οι τηλεσκοπίες
      γενική της τηλεσκοπίας των τηλεσκοπιών
    αιτιατική την τηλεσκοπία τις τηλεσκοπίες
     κλητική τηλεσκοπία τηλεσκοπίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τηλεσκοπία < τηλε- + -σκοπία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

τηλεσκοπία θηλυκό

  • (αστρονομία) παρατήρηση με τηλεσκόπιο
    ※  Έχει διατελέσει επικεφαλής ερευνητικών ομάδων και συντονιστής του ερευνητικού έργου εθνικών και διεθνών ομάδων στα εθνικά και διεθνή προγράμματα που συμμετείχε, στο CERN και την τηλεσκοπία νετρίνων (Ειδική διάλεξη στο ΑΠΘ για την κβαντική αντίληψη, thes.grμ ανακτήθηκε στις 12/6/2023 [1])

Μεταφράσεις[επεξεργασία]