την κάνω ταράτσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- → δείτε τις λέξεις την, κάνω, έκανα και ταράτσα - εννοείται: κάνω την ... σαν ταράτσα • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά[επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
την κάνω ταράτσα (στον ενεστώτα) & συχνά στον αόριστο την έκανα ταράτσα
- παρατρώω
- άλλες μορφές: την ταρατσώνω (και στον αόριστο την ταράτσωσα
- ≈ συνώνυμα: τρώω του σκασμού, τρώω μέχρι σκασμού
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
την κάνω ταράτσα
→ δείτε τις λέξεις παρατρώω και τρώω μέχρι σκασμού |
Πηγές[επεξεργασία]
- την κάνω ταράτσα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)