τοπάρχης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο τοπάρχης οι τοπάρχες
      γενική του τοπάρχη των τοπαρχών
    αιτιατική τον τοπάρχη τους τοπάρχες
     κλητική τοπάρχη τοπάρχες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τοπάρχης < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή τοπάρχης[1] < τόπος + -άρχης

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

τοπάρχης αρσενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]