τουρκόσπερμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
τουρκόσπερμα ουδέτερο
- γεννημένος από Τούρκο (μουσουλμάνο) πατέρα και χριστιανή μητέρα
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τουρκόσπερμα
|