τρωγαλίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τρωγαλίζω < τρωγάλι(α) + -ίζω

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /tɾo.ɣaˈli.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: τρω‐γα‐λί‐ζω

Ρήμα[επεξεργασία]

τρωγαλίζω

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]