τσαλαφούτι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τσαλαφούτι τα τσαλαφούτια
      γενική του τσαλαφουτιού των τσαλαφουτιών
    αιτιατική το τσαλαφούτι τα τσαλαφούτια
     κλητική τσαλαφούτι τσαλαφούτια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τσαλαφούτι < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

τσαλαφούτι ουδέτερο

  • (τυρί) μαλακό κρεμώδες τυρί από πρόβειο γάλα από τη Στερεά Ελλάδα

Μεταφράσεις[επεξεργασία]