τσαντόρ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
τσαντόρ < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

τσαντόρ ουδέτερο άκλιτο

  • ένδυμα σαν μανδύας που φορούν σε δημόσιους χώρους οι γυναίκες στο Ιράν πάνω από τα υπόλοιπα ρούχα τους, για να καλύψουν το κεφάλι και το σώμα τους

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]