τσετσενικά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα τσετσενικά
      γενική των τσετσενικών
    αιτιατική τα τσετσενικά
     κλητική τσετσενικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τσετσενικά < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

τσετσενικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • Chechen language στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια
  • κωδικός γλώσσας: ce

Μεταφράσεις[επεξεργασία]