τσιλλώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τσιλλώ < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα[επεξεργασία]

τσιλλώ

ετσίλλισέν τον το αυτοκίνητο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]