τσολιάς
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | τσολιάς | οι | τσολιάδες |
| γενική | του | τσολιά | των | τσολιάδων |
| αιτιατική | τον | τσολιά | τους | τσολιάδες |
| κλητική | τσολιά | τσολιάδες | ||
| Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /t͡soˈʎas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : τσο‐λιάς
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]τσολιάς αρσενικό
- ο εύζωνος / εύζωνας
- ※ Ιδού που σας εψάλαμε με τόση συντομία / το πώς οι Τούρκοι στρώθηκαν απέξω στη Λαμία, / κι έτσι καλονυκτίζομε κάθε τσολιά και κλέφτη / και το κοπάδι καθενός Μεσσία φανφαρόνου, κι αμέσως από σήμερα προμηθευτείτε νέφτι, γιατ’ ίσως κι άλλος πόλεμος να γίνει …και του χρόνου. (Γεώργιος Σουρής, Ο Ρωμηός, 1897)
Συγγενικά
[επεξεργασία]- γερμανοτσολιάς
- τσολιαδάκι
- τσολιαδίστικος
- → δείτε τη λέξη τσόλι
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
τσολιάς στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψαράς' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ιάς (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα περσικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αραβικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)