τσοπάνισσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τσοπάνισσα οι τσοπάνισσες
      γενική της τσοπάνισσας
    αιτιατική την τσοπάνισσα τις τσοπάνισσες
     κλητική τσοπάνισσα τσοπάνισσες
Δε συνηθίζεται η γενική πληθυντικού σε -ών.
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τσοπάνισσα < τσοπάν(ης) ή τσοπάν(ος) + -ισσα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

τσοπάνισσα θηλυκό

  1. θηλυκό του τσοπάνης
  2. θηλυκό του τσοπάνος

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε τσοπάνης