τυπικόν

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: τυπικό

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τυπικόν: ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου τυπικός

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

τυπικόν ουδέτερο

Υποκοριστικά[επεξεργασία]

Σύνθετα[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

τυπικόν

  1. αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους του τυπικός
  2. ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του τυπικός

Πηγές[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

τυπικόν (ελληνιστική κοινή)

  1. αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους του τυπικός
  2. ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του τυπικός