τυραννίς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
τῠραννῐδ-
ονομαστική τυραννίς αἱ τυραννίδες
      γενική τῆς τυραννίδος τῶν τυραννίδων
      δοτική τῇ τυραννίδ ταῖς τυραννίσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν τυραννίδ τὰς τυραννίδᾰς
     κλητική ! τυραννῐ́ * τυραννίδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  τυραννίδε
γεν-δοτ τοῖν  τυραννίδοιν
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος.
!! Εξαίρεση: η κλητική ενικού, όχι όπως η ονομαστική.
* Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το
ισχύει ως γενικός κανόνας.
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τυραννίς < τύρανν(ος) + -ις

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

τυραννίς θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]