υδατοστεγής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο υδατοστεγής η υδατοστεγής το υδατοστεγές
      γενική του υδατοστεγούς* της υδατοστεγούς του υδατοστεγούς
    αιτιατική τον υδατοστεγή την υδατοστεγή το υδατοστεγές
     κλητική υδατοστεγή(ς) υδατοστεγής υδατοστεγές
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι υδατοστεγείς οι υδατοστεγείς τα υδατοστεγή
      γενική των υδατοστεγών των υδατοστεγών των υδατοστεγών
    αιτιατική τους υδατοστεγείς τις υδατοστεγείς τα υδατοστεγή
     κλητική υδατοστεγείς υδατοστεγείς υδατοστεγή
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

υδατοστεγής < υδατο- + -στεγής (στέγω) (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική waterproof)[1] Δείτε και την αρχαία ελληνική ὑδασιστεγής

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /i.ða.to.steˈʝis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: υ‐δα‐το‐στε‐γής

Επίθετο[επεξεργασία]

υδατοστεγής, -ής, -ές

  • αδιαπέραστος από το νερό
    ※  Κτιστή ορθογώνια ιχθυοδεξαμενή, ρωμαϊκών χρόνων, εξωτερικών διαστάσεων 6,60 Χ 5,50 μ. και σωζόμενου ύψους 2,18 μ. Οι υδατοστεγείς τοίχοι της, πάχους 0,65 μ., είναι κατασκευασμένοι κατά το ψευδοϊσόδομο σύστημα δόμησης με ορθογώνιους λιθόπλινθους ηφαιστειακού πετρώματος.
    Ρωμαϊκή Ιχθυοδεξαμενή στο Μακρύ Γιαλό Μυτιλήνης, Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, odysseus.culture.gr, ανακτήθηκε στις 26/11/2022 [1]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]