υδρομαντεία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
υδρομαντεία θηλυκό
- η πρόβλεψη του μέλλοντος με τη χρήση νερού, συνήθως ερμηνεύοντας τη συμπεριφορά του ή τα χαρακτηριστικά του
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
υδρομαντεία