υπάντηση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται επιμέλεια και έλεγχο
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού.

Για έλεγχο. αν υπάρχει στα νέα ελληνικά (δεν περιλαμβάνεται σε ΛΚΝ, Μπαμπ, ΑΛΝΕ. Υπάρχει ὑπάντησις καθαρεύουσα στον Δημητράκο, και το ελληνιστικό ‑‑Sarri.greek  | 23:12, 9 Ιανουαρίου 2022 (UTC).


Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η υπάντηση οι υπαντήσεις
      γενική της υπάντησης* των υπαντήσεων
    αιτιατική την υπάντηση τις υπαντήσεις
     κλητική υπάντηση υπαντήσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, υπαντήσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

υπάντηση < ελληνιστική κοινή ὑπάντησις < αρχαία ελληνική ὑπαντάω / ὑπαντῶ < ὑπό + ἀντάω / ἀντῶ < ἀντί < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *h₂énti < *h₂énts < *h₂ent- (μπροστά)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /iˈpan.di.si/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

υπάντηση θηλυκό

  1. (αρχαιοπρεπές) συνάντηση
  2. (αρχαιοπρεπές) προϋπάντηση
  3. (αρχαιοπρεπές) (παρωχημένο) απάντηση, απόκριση

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]