υπερπηδάω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

υπερπηδάω < υπερπηδ(ώ) + -άω < αρχαία ελληνική ὑπερπηδῶ, συνηρημένος τύπος του ὑπερπηδάω

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /i.peɾ.piˈða.o/
τυπογραφικός συλλαβισμός: υ‐περ‐πη‐δά‐ω

Ρήμα[επεξεργασία]

υπερπηδάω (παθητική φωνή: υπερπηδιέμαι)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]