υπερσυμμετρία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- υπερσυμμετρία < υπερ- + συμμετρία ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική supersymmetry)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
υπερσυμμετρία θηλυκό