υπερυδροφοβικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- υπερυδροφοβικός < υπερ- + υδροφοβικός ((μεταφραστικό δάνειο) (αγγλικά) superhydrophobic)
Επίθετο[επεξεργασία]
υπερυδροφοβικός, -η, -ο
- (νεολογισμός) που είναι υδροφοβικός σε υπερβολικό βαθμό
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
υπερυδροφοβικός