υποδείχνω
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- υποδείχνω < υποδεικνύω < αρχαία ελληνική ὑποδεικνύω < ὑπό + δεικνύω
Ρήμα
[επεξεργασία]υποδείχνω
- (λαϊκότροπο) άλλη μορφή του υποδεικνύω
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] υποδείχνω
|