υποκλινής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | υποκλινής | η | υποκλινής | το | υποκλινές |
γενική | του | υποκλινούς* | της | υποκλινούς | του | υποκλινούς |
αιτιατική | τον | υποκλινή | την | υποκλινή | το | υποκλινές |
κλητική | υποκλινή(ς) | υποκλινής | υποκλινές | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | υποκλινείς | οι | υποκλινείς | τα | υποκλινή |
γενική | των | υποκλινών | των | υποκλινών | των | υποκλινών |
αιτιατική | τους | υποκλινείς | τις | υποκλινείς | τα | υποκλινή |
κλητική | υποκλινείς | υποκλινείς | υποκλινή | |||
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού | ||||||
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- υποκλινής < ελληνιστική κοινή ὑποκλῐνής
Επίθετο[επεξεργασία]
υποκλινής[1]
- (λόγιο) που υποκλίνεται
- (κατ’ επέκταση) περιποιητικός
Συγγενικά[επεξεργασία]
- υποκλινώς
- → δείτε τη λέξη υποκλίνομαι
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
υποκλινής
|
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ υποκλινής - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)