υπόξινος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- υπόξινος < υπο- + ξινός (βλ. ελληνιστική κοινή ὕποξυς)
Επίθετο[επεξεργασία]
υπόξινος, -η, -ο
- (λόγιο) που είναι κάπως ξινός
- Η γλυκιά και ελαφρώς υπόξινη σάλτσα μπορεί να φτιαχτεί και με άλλα αποξηραμένα φρούτα όπως τα κράνμπερι ή τα βερίκοκα. (*)
Συνώνυμα[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη ξινός