υπόσπονδος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ὑπόσπονδος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο υπόσπονδος η υπόσπονδη το υπόσπονδο
      γενική του υπόσπονδου της υπόσπονδης του υπόσπονδου
    αιτιατική τον υπόσπονδο την υπόσπονδη το υπόσπονδο
     κλητική υπόσπονδε υπόσπονδη υπόσπονδο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι υπόσπονδοι οι υπόσπονδες τα υπόσπονδα
      γενική των υπόσπονδων των υπόσπονδων των υπόσπονδων
    αιτιατική τους υπόσπονδους τις υπόσπονδες τα υπόσπονδα
     κλητική υπόσπονδοι υπόσπονδες υπόσπονδα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

υπόσπονδος < αρχαία ελληνική ὑπόσπονδος < ὑπό + σπονδή

Επίθετο[επεξεργασία]

υπόσπονδος, -η, -ο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]