υπώνυμο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
υπώνυμο ουδέτερο
- (γλωσσολογία) λέξη που εντάσσεται σημασιολογικά σε μια ευρύτερη έννοια