υψιπερατός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- υψιπερατός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
[επεξεργασία]υψιπερατός
- (μαθηματικά),(ηλεκτρολογία) (Για φίλτρο) το οποίο επιτρέπει τη διέλευση μόνο συχνοτήτων μεγαλύτερων μίας δοσμένης συχνότητας αποκοπής.