Μετάβαση στο περιεχόμενο

φέρτρον

Από Βικιλεξικό

Αρχαία ελληνικά (grc)

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

φέρτρον ουδέτερο

  • συγκεκομμένος τύπος της λέξης φέρετρον, φορείο πάνω στο οποίο φέρεται ο νεκρός