φαιά ουσία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φαιά ουσία οι φαιές ουσίες
      γενική της φαιάς ουσίας των φαιών ουσιών
    αιτιατική τη φαιά ουσία τις φαιές ουσίες
     κλητική φαιά ουσία φαιές ουσίες
Συνήθως στον ενικό.
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φαιά ουσία < → δείτε τις λέξεις φαιός και ουσία, μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική matière grise κυριολεκτικά γκρίζα ουσία

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

φαιά ουσία θηλυκό

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]