φαικάς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φαικάς < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

φαικάς θηλυκό ή φαικάσιον ουδέτερο

  • είδος λευκών υποδημάτων των αρχαίων Αιγυπτίων ιερέων και των γυμνασιαρχών στην αρχαία Αθήνα[1]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Λεξικόν επίτομον της Ελληνικής γλώσσης, Σκαρλάτος Δ. Βυζάντιος, τυπογραφία Ανδρέου Κορομηλά, 1839, σελ. 1361