φακός επαφής
(Ανακατεύθυνση από φακοί επαφής)
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | φακός επαφής | οι | φακοί επαφής |
γενική | του | φακού επαφής | των | φακών επαφής |
αιτιατική | τον | φακό επαφής | τους | φακούς επαφής |
κλητική | φακέ επαφής | φακοί επαφής | ||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- φακός επαφής < φακός & επαφή, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική contact lens
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /faˈkos e.paˈfis/
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
φακός επαφής αρσενικό
- λεπτός ελαστικός φακός, που τοποθετείται στο βολβό του ματιού και συμβάλλει στη διόρθωση προβλημάτων όρασης ή, αν είναι χρωματιστός, αλλάζει και το χρώμα του ματιού
Συγγενικά[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
φακός επαφής
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Πολυλεκτικοί όροι με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Κλίση αρσενικών πολυλεκτικών όρων με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Πολυλεκτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)