φαντασιοπληξία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φαντασιοπληξία οι φαντασιοπληξίες
      γενική της φαντασιοπληξίας των φαντασιοπληξιών
    αιτιατική τη φαντασιοπληξία τις φαντασιοπληξίες
     κλητική φαντασιοπληξία φαντασιοπληξίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φαντασιοπληξία < φαντασιόπληκτος + -σία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

φαντασιοπληξία θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]