φαρακλός
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | φαρακλός | η | φαρακλή | το | φαρακλό |
γενική | του | φαρακλού | της | φαρακλής | του | φαρακλού |
αιτιατική | τον | φαρακλό | τη | φαρακλή | το | φαρακλό |
κλητική | φαρακλέ | φαρακλή | φαρακλό | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | φαρακλοί | οι | φαρακλές | τα | φαρακλά |
γενική | των | φαρακλών | των | φαρακλών | των | φαρακλών |
αιτιατική | τους | φαρακλούς | τις | φαρακλές | τα | φαρακλά |
κλητική | φαρακλοί | φαρακλές | φαρακλά | |||
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- φαρακλός < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική φαρακλός (ή όψιμη ελληνιστική κοινή [1]) < αρχαία ελληνική φαλακρός με αντι(μετάθεση) συμφώνων [l]-[r] > [r]-[l] [2]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /fa.ɾaˈklos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φα‐ρα‐κλός
Επίθετο
[επεξεργασία]φαρακλός, -ή, -ό
- (ιδιωματικό) άλλη μορφή του φαλακρός
- άλλες μορφές: καραφλός
Συγγενικά
[επεξεργασία]
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
- ↑ φαλακρός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
[επεξεργασία]- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
- Όροι με φαρακλ- — Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη ISBN:960-231-097-9 & online @greek-language.gr (συντομογραφίες, αστερίσκος για λέξεις στη λογοτεχνία)
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- φαρακλός < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή φαρακλός (όψιμη) [1] < αρχαία ελληνική φαλακρός με αντι(μετάθεση)] συμφώνων [l]-[r] > [r]-[l] [2]
Επίθετο
[επεξεργασία]φαρακλός
- άλλη μορφή του φαλακρός
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
- ↑ φαλακρός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | φαρακλός | ἡ | φαρακλή | τὸ | φαρακλόν |
γενική | τοῦ | φαρακλοῦ | τῆς | φαρακλῆς | τοῦ | φαρακλοῦ |
δοτική | τῷ | φαρακλῷ | τῇ | φαρακλῇ | τῷ | φαρακλῷ |
αιτιατική | τὸν | φαρακλόν | τὴν | φαρακλήν | τὸ | φαρακλόν |
κλητική ὦ! | φαρακλέ | φαρακλή | φαρακλόν | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
ονομαστική | οἱ | φαρακλοί | αἱ | φαρακλαί | τὰ | φαρακλᾰ́ |
γενική | τῶν | φαρακλῶν | τῶν | φαρακλῶν | τῶν | φαρακλῶν |
δοτική | τοῖς | φαρακλοῖς | ταῖς | φαρακλαῖς | τοῖς | φαρακλοῖς |
αιτιατική | τοὺς | φαρακλούς | τὰς | φαρακλᾱ́ς | τὰ | φαρακλᾰ́ |
κλητική ὦ! | φαρακλοί | φαρακλαί | φαρακλᾰ́ | |||
δυϊκός | ||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | φαρακλώ | τὼ | φαρακλᾱ́ | τὼ | φαρακλώ |
γεν-δοτ | τοῖν | φαρακλοῖν | τοῖν | φαρακλαῖν | τοῖν | φαρακλοῖν |
2η&1η κλίση, Κατηγορία 'καλός' όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- φαρακλός όψιμη ελληνιστική κοινή [1] < αρχαία ελληνική φαλακρός με αντι(μετάθεση) [l]-[r] > [r]-[l] [2]
Επίθετο
[επεξεργασία]φαρακλός, -ά, -όν (ελληνιστική κοινή)
- άλλη μορφή του φαλακρός
- ※ 6ος πκε αιώνας [μεσαιωνικά χφφ] ⌘ Αίσωπος, 52.5@scaife.perseus)
- Τὰς δὲ πολιὰς ἐξέτειλεν ἡ κόρη, ὡς μὴ θέλωντα τοῦτον γέροντα εἶναι, ἕως φαρακλῶν ἐποίησαν οἱ δύο, γέλιον ὅμου καὶ ὄνειδος ἁπάντων.
- ※ 6ος πκε αιώνας [μεσαιωνικά χφφ] ⌘ Αίσωπος, 52.5@scaife.perseus)
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
- ↑ φαλακρός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Μεταθέσεις (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ιδιωματικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από την ελληνιστική κοινή (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Μεταθέσεις (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Μεσαιωνικά ελληνικά
- Επίθετα (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Επίθετα με κλίση όπως το 'καλός' (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα 2ης κλίσης (ελληνιστική κοινή)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις οξύτονες (ελληνιστική κοινή)
- Επίθετα οξύτονα (ελληνιστική κοινή)
- Μεταθέσεις (ελληνιστική κοινή)
- Ελληνιστική κοινή
- Επίθετα (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Αίσωπο (ελληνιστική κοινή)
- Λήμματα με παραθέματα (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)