Μετάβαση στο περιεχόμενο

φαύλος κύκλος

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
φαύλος κύκλος <  δείτε τις λέξεις φαύλος και κύκλος

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈfav.los ˈci.klos/

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

φαύλος κύκλος αρσενικό

  1. (λογική) λανθασμένος συλλογισμός όπου το ζητούμενο χρησιμοποιείται ως μέσο απόδειξης
     δείτε επίσης  το «παράδοξο του Ράσελ» και την «αρχή του φαύλου κύκλου»
  2. (μεταφορικά) η κατάσταση όπου, επιλύοντας ένα πρόβλημα, δημιουργείται ένα άλλο, το οποίο οδηγεί ξανά στο αρχικό και, κατ' επέκταση, σε αδιέξοδο

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]