φιλογένεια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /fi.loˈʝe.ni.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φι‐λο‐γέ‐νει‐α
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
φιλογένεια θηλυκό
- η αγάπη για το γένος, ο πατριωτισμός
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
φιλογένεια
|
Πηγές[επεξεργασία]
- φιλογένεια - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)