φιξάρισμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /fiˈksa.ɾi.zma/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φι‐ξά‐ρι‐σμα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
φιξάρισμα ουδέτερο
- η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του φιξάρω, η σταθεροποίηση
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
φιξάρισμα
→ δείτε τη λέξη σταθεροποίηση |
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ φιξάρισμα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας