φλόμιασμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- φλόμιασμα < φλομώνω
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
φλόμιασμα ουδέτερο
- το φλόμωμα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
φλόμιασμα
|
φλόμιασμα ουδέτερο
|