φοξ τεριέ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- φοξ τεριέ < (λόγιο δάνειο) γαλλική fox-terrier < αγγλική fox terrier → δείτε τη λέξη fox (αλεπού, για το κυνήγι αλεπούς) [1] & terrier < γαλλική ς προέλευσης
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈfoks teɾˈʝe/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
φοξ τεριέ ουδέτερο άκλιτο
- (θηλαστικό ζώο) ράτσα σκύλου που πήρε την ονομασία της (fox terrier) από τη χρήση των σκύλων σε κυνήγι αλεπούδων
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
φοξ τεριέ
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ φοξ τεριέ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Λόγια δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Θηλαστικά (νέα ελληνικά)
- Ζώα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)