φυλλομετρητής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο φυλλομετρητής οι φυλλομετρητές
      γενική του φυλλομετρητή των φυλλομετρητών
    αιτιατική τον φυλλομετρητή τους φυλλομετρητές
     κλητική φυλλομετρητή φυλλομετρητές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φυλλομετρητής < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική browser, ο όρος έχει προταθεί από την ΕΛΕΤΟ[1]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

φυλλομετρητής αρσενικό

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. «φυλλομετρητής», «διαφυλλιστής» από αναζήτηση «browser» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
  2. Brave: ο φυλλομετρητής του μέλλοντος για υψηλές ταχύτητες πλοήγησης. Δημοσίευση 2018-10-28. Προσπέλαση 2020-05-18.

Πηγές[επεξεργασία]