φυσιολατρική
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
φυσιολατρική
- θηλυκό του φυσιολατρικός, στην ονομαστική, την αιτιατική και την κλητική του ενικού