φωνή βοώντος εν τη ερήμω
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- φωνή βοώντος εν τη ερήμω < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, βιβλική φράση
- → δείτε φωνή, βοώντος, γενική της μετοχής βοών, εν & (δοτική) τῇ ἐρήμῳ (στην έρημο)
Προφορά
[επεξεργασία]
Έκφραση
[επεξεργασία]φωνή βοώντος εν τη ερήμω
- κάποιος που μιλάει χωρίς να τον ακούει κανείς, χωρίς να προσέχει κανείς τι λέει, σα να μιλούσε μόνος του στην έρημο
- ※ Υπέβαλα πλήθος αιτήσεων δια να τύχει το Πανεπιστήμιον μιας μικράς έστω χορηγίας». -«Και;» επέμεινε να πληροφορηθεί τις λεπτομέρειες ο Ρωμαίος. -«Φωνή βοώντος εν τη ερήμω» . Ο καθηγητής Ορφανίδης συνοφρυώθηκε, αλλά έδωσε ένα μικρό άλλοθι στις Κυβερνήσεις. «Βλέπετε, η εισαγωγή υβριδίων κοστίζει ακριβά, κύριε Αγγουλέ. (Ελένη Πριοβόλου, Όπως ήθελα να ζήσω, εκδ. Καστανιώτη, 2011)
- ※ Φωνή βοώντος εν τη ερήμω ήταν ένας αναλυτής της CIA, που έγραψε ένα βιβλίο με το ψευδώνυμο Anonymous: «Είμαστε σε σύγκρουση με την Αλ Κάιντα και αντιμετωπίζουμε το ενδεχόμενο μιας παγκόσμιας ισλαμικής εξέγερσης λόγω της πολιτικής μας. Και όχι...» (Γιάννης Λούλης, Ομπάμα - Πώς γκρεμίστηκαν οι αυταπάτες: Παρακολουθήσεις, πύραυλοι-δολοφόνοι, στήριξη δικτατόρων, εκδ. Καστανιώτη, 2014)
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Όροι με δοτική (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Εκφράσεις (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)