φωτοαντίγραφον
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- φωτοαντίγραφον < φωτο- + αρχαία ελληνική ἀντίγραφον, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική photocopy
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
φωτοαντίγραφον ουδέτερο
- (καθαρεύουσα) το φωτοαντίγραφο
Πηγές[επεξεργασία]
- φωτοαντίγραφο - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας