φωτομετέωρο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το φωτομετέωρο τα φωτομετέωρα
      γενική του φωτομετέωρου
φωτομετεώρου
των φωτομετέωρων
φωτομετεώρων
    αιτιατική το φωτομετέωρο τα φωτομετέωρα
     κλητική φωτομετέωρο φωτομετέωρα
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φωτομετέωρο < λόγιο ενδογενές δάνειο: (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική photometeor > (καθαρεύουσα) φωτομετέωρον[1] < φωτο- + μετέωρον

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

φωτομετέωρο ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .