φύρερ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Φύρερ, φίρερ

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φύρερ < (άμεσο δάνειο) γερμανική Führer

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

φύρερ αρσενικό άκλιτο

Άλλες γραφές[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]