χαβασίτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο χαβασίτης οι χαβασίτες
      γενική του χαβασίτη των χαβασιτών
    αιτιατική τον χαβασίτη τους χαβασίτες
     κλητική χαβασίτη χαβασίτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
χαβασίτης στην Αίτνα της Ιταλίας

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χαβασίτης < Chabazite

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χαβασίτης αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]