χαμαιεύνης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χαμαιεύνης < χαμαί + εὐνή (το κρεβάτι)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χαμαιεύνης-ου αρσενικό και το θηλυκό χαμαιευνάς-άδος

Συγγενικά[επεξεργασία]